όπως τρέχει το νερό έτσι να τρέχει και το βιός
Τα Εισόδια της Θεοτόκου καθιερώθηκαν ως εκκλησιαστική εορτή κατά τον 7ο αιώνα
Ο εορτασμός αυτός στις 21 Νοεμβρίου συνδέεται, κατά πάσα πιθανότητα, με τη βασιλική της Αγίας Μαρίας της Νέας, που χτίστηκε δίπλα στα ερείπια του Ναού του Σολομώντος και εγκαινιάστηκε στις 21 Νοεμβρίου 543 από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό.
Επί αυτοκράτορος Μανουήλ Α’ Κομνηνού (1143-1180) καθιερώθηκε ως ημέρα αργίας για το Βυζάντιο.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου για τους αγρότες, που την ονομάζουν «της Παναγιάς της Αρχισπορίτισσας», της «Μεσοσπορίτισσας» ή της «Ξεσπορίτισσας», ανάλογα σε ποιο στάδιο βρίσκεται η σπορά.
Λέγεται και «Πολυσπορίτισσα», επειδή την ημέρα αυτή συνηθίζουν να βράζουν σπόρους από τα γεωργικά τους προϊόντα, που άλλα τρώγουν και άλλα προσφέρουν για τα «χρόνια πολλά» και την ευδοκίμηση της σποράς. Σπόρους πηγαίνουν για ευλογία και στην εκκλησία.
Συνηθίζονται και μετεωρολογικές προβλέψεις. Όπως λέγουν «την ημέρα αυτή βασιλεύει η Πούλια, και όπως θα κάμει αυτή τη μέρα, θα κάμει και τις κατοπινές σαράντα μέρες».
“Πολυσπόρια” το λέει και η λέξη.
Βάζανε να μουσκέψουν από την προπαραμονή της Παναγίας λίγα απ όλα τα σπόρια που είχαν: φασόλια,φακές,ρεβίθια,καλαμπόκι,σιτάρι,κουκιά,κριθάρι,βρώμη.
Τα βράζανε καλά την παραμονή και πριν ξημερώσει η 21η Νοεμβρίου πηγαίνανε στην βρύση του χωριού και ρίχνανε από μια κουταλιά πολυσπόρια, λίγα κέρματα, λίγο κρασί με τσίπουρο και λέγανε αρκετές φορές: “όπως τρέχει το νερό έτσι να τρέχει και το βιός”
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας επίσης συντηρείται το έθιμο το “πάντρεμα της φωτιάς” και τα “Μπόλια”
Λέγοντας “Μπόλια “ εννοούσαν ένα μείγμα από πολλά σπόρια (Πολυσπορίτισσα) , μια κακαβιά θα λέγαμε, τα οποία τα βάζανε σε μια μεγάλη κατσαρόλα. Η κατσαρόλα αυτή περιείχε συνήθως προϊόντα ντόπια κυρίως φασόλια, φακές ρεβίθια. καλαμπόκι, σιτάρι. κουκιά, φάβα, ρύζι, και όποια άλλα όσπρια μπορούσε ο καθένας να βάλει στην κατσαρόλα προσθέτοντας και λίγη ζάχαρη για καλύτερο βράσιμο. Η ανομοιογένεια των προς βράση υλικών απαιτούσε αρκετή ώρα , μιας και δεν υπήρχαν τότε οι κατσαρόλες γρήγορου βρασμού “χύτρες”, για να βράσουν με αποτέλεσμα να μένουν στη φωτιά αρκετό χρόνο. Αυτό απαιτούσε συνεχή τροφοδοσία της φωτιάς.
Την βραδιά λοιπόν αυτή γινόταν και το επίσημο άναμμα του τζακιού και για το λόγο αυτό βάζανε να ανάψει η φωτιά πολλών ειδών ξύλα . Πρώτα βάζανε ξύλο αρσενικό , π.χ.πουρνάρι, πλάτανο, κέδρο, και ύστερα βάζανε ξύλο θηλυκό βελανιδιά , κορτσιά λέγοντας και το σχετικό τραγούδι “απόψε παντρεύω τη φωτιά , με τούτα τα παιδιά ……. ” ονοματίζοντας κάθε φορά το όνομα του ξύλου που τοποθετούσε στο τζάκι.
Σημαντικό ήταν ότι για το πάντρεμα τη φωτιά τα ξύλα που θα χρησιμοποιούσαν πρέπει να προέρχονταν απο δέντρα που ήταν μέρος ηλιόλουστο γιατί διαφορετικά αν ήταν απο σκιερά μέρη δεν κάνανε ούτε κάρβουνο ούτε φλόγα παρά μόνο καπνό.
Αφού η φωτιά άναβε τότε τοποθετούσαν πάνω στην “πυροστιά” τα μπόλια και έπρεπε να διατηρηθεί η φωτιά όλη τη νύχτα για να σιγοβράσουν τα μπόλια. Έτσι λοιπόν έπρεπε να μείνει ένας να “λαγοκοιμάται” δίπλα στο γωνολίθι και να τροφοδοτεί την φωτιά με ξύλα όλη την νύχτα.
Την άλλη μέρα “τα μπόλια” είχαν βράσει και σερβίρονταν κανονικά στο μεσημεριανό τραπέζι σαν κυρίως πιάτο. Επειδή συνήθως ήταν αρκετά τα μπόλια οι νοικοκυρές προσέφεραν και στα γειτονικά σπίτια ανταλλάσσοντας πιάτα για κάνουν και τη σύγκριση ανάμεσά τους.
Δημ.Λουκόπουλος (“Γεωργικά της Ρούμελης”, Αθήναι 1938)
Πρόσφατα σχόλια